Θεοφάνεια (Μονόλογος)

Καλησπέρα...
Πέρασε...
Σου έχω πει πως έλεγαν τη μητέρα μου;
Ξέρεις δε θήλασα
Ποτέ μου δε θήλασα
καμία μάνα
καμία Μήδεια
Όμως είδα μάνες με κόκκινα χέρια 
να βυζαίνουν θνησιγέννητους αστέρες

Δεν θα έρθω μαζί σου...
Με συγχωρείς 
δεν βγαίνω πλέον στο δρόμο
κουράστικα να σκουπίζω τα παπούτσια από τη πείνα

Θυμάσαι;
Με είχες ρωτήσει εάν πιστεύω στο θεό 
και σε ποιά θρησκεία
αλλά για να βρείς το Θεό 
ή να κατανοήσεις την έννοια του Θείου 
ή όπως θες ονόμασέ το 
δεν έχει σημασία
Θα πρέπει να μην ασπάζεσαι 
κανέναν θεό
καμία θρησκεία
κανένα δόγμα
καμία σημαία

Σ' έναν πανανθρώπινο θεό πιστεύω
σε μια πανανθρώπινη θρησκεία
αλλά...ναι...με συγχωρείς
έκανα λάθος
αυτά δεν υπάρχουν...
Μονάχα ο Ουρανός βασιλεύει 
αειμακάριστος, αγλαός και οικουμενικός!

Όμως τον ριμάξαμε και αυτόν
τον αλυσοδέσαμε 
τον σύραμε στους δρόμους 
τον τρυπήσαμε με εκφυλισμένους φαλλούς 
Και ύστερα φάγαμε το μέσα μας
κατασπαράξαμε τα παιδιά μας
ως σαν σύγχρονοι Κρόνοι 

Την επομένη την ανακηρύξαμε εορτή
με του κατακρεουργημένου ουρανού το αίμα βαφτήκαμε
και σημαιοστολιστήκαμε
Κατεβήκαμε στους δρόμους 
ένας σαρδόνιος όχλος
αλαλάζοντας
για την ανωτερότητά μας
για την υπεροχή του δικού μας λειψού θεού
της θρυμματισμένης και άχρωμης φυλής μας

Νομίζω η κοινωνία σπέρνει βία 
για να θερίσει τη σιωπή σου...
φόβος λέγεται θαρρώ
ή κάτι τέτοιο

Και απ' του ουρανού
τις αιμάτινες στάλες 
καμία Αφροδίτη δεν αναδύθηκε 
μονάχα κάποιος φίλερις θεός
και αιμοδιψής σημαίες...
Πως θα ξεπλύνουμε το άγος τώρα;

Που είσαι;
Πάλι πήγες εκεί;
Πάλι χάθηκες στις συνταγογραφήσεις;
Στα ληγμένα κουτιά;
Σου έχω πει πως έλεγαν τη μητέρα μου;

Δες!
Πάλι με κοιτά ο καθρέπτης!
Όλοι συνηθίσαμε τα προσωπεία μας
δεν με αναγνωρίζω πιά...
Δεν είναι δικά μου αυτά τα μάτια!
Ποιανού πραγματικότητα καταγράφουν;

Καιρό τώρα 
προσπαθώ να αφαιρέσω το δικό μου προσωπείο
να δω ξανά με τα δικά μου μάτια...
Τι πόνος!
Έχει ενσωματωθεί
μαζί του ξεκολλά η σάρκα
στάζει ιδρώτας και πύον...

Στου σπιτιού τα σαθρά πατώματα
σέρνω ένα κουφάρι με πληγωμένα πόδια
αυτό το παστούρωμα μ' έχει εξαντλήσει!
Πόδια και κεφάλι
καρδιά, νους και ψυχή 
όλα δεμένα μεταξύ τους
Κανένα βήμα 
Κανένα βήμα 
Με πονάνε οι μέρες μου...

Φεύγεις;
Ήθελα να σου πω πως έλεγαν τη μητέρα μου!
Στάσου!
Είναι κλειδωμένα, περίμενε...
θα έρθω μαζί σου!

Λέω να κατηφορήσω προς το λιμάνι σήμερα
εκεί που βουτάνε οι βουτηχτάδες
για να πιάσουν το σταυρό
Θυμάσαι όταν πηγαίναμε παιδιά;
Θυμάσαι τα νερά τότε;

Ήταν γαλάζια...τώρα...
σαν τις παπαρούνες του Απρίλη
στις ξερολιθιές του κόσμου...
Φέρουν το αίμα του ουρανού 
η θάλασσα ολάκερη 
μια καταπόρφυρη αγκάλη 
από τα χέρια των μανάδων...

Θυμάσαι στο ακρογιάλι 
πως παίζαμε παιδιά;
Πιάσε μου λίγο το χέρι
Σε παρακαλώ
μόνο για λίγο
τώρα που φθάσαμε στην ακτή 
Ξέβρασε ο χρόνος 
τα σωσίβια της μνήμης 
και κάτοπτρα

Μη! 
Μη κοιτάς τα είδωλα 
δεν είμαστε εμείς  
Είναι μονάχα τα προσωπεία 
με τα ξένα μάτια
Μία διαστρεβλωμένη 
αντίληψη του κόσμου...

Να!
Δες καλύτερα εκεί!
Εκεί που σου δείχνω!
Δεύτερο αστέρι προς τα δεξιά
και ευθεία μέχρι το πρωί!
Η θάλασσα εκεί είναι γαλάζια
τη βλέπεις;
 Υπάρχει και Ουρανός!

Δες!
Μαζί με τις Νηρηίδες παίζουν 
τα ξεριζωμένα παιδιά του ονείρου!
Φεύγεις;
Με ακούς;
Ακούς;
Τη μητέρα μου την έλεγαν Φωτεινή!
Φωτεινή!




αγλαός = ο λαμπερός
φίλερις = αυτός που αγαπά τις έριδες
παστούρωμα = βαρύτατη κακοποίηση ζώου δένοντας μαζί πόδια και κεφάλι
για περιορισμό της κίνησης

second star to the right and straight on till morning = οι οδηγίες που έδωσε ο Peter Pan για τη Χώρα Του Ποτέ (Neverland)







2020


(Σκέψεις) #23

 

Θάνατος...πάντοτε παρόν, εκτός από τη στιγμή της παρουσίας του

*

Τη ντροπή, την ευτέλεια τις βαπτίσαμε Ελευθερία!

*

Η κατανόηση είναι πιό δύσκολη από την αγάπη...

*

Κατανόησα πως την αγάπη και την ευτυχία δεν τις φέρουν οι άνθρωποι...

μόνοι μας τις πλάθουμε και την αγάπη και την ευτυχία


2020

  

Χάρων Λιτυέρσης

 Κοίτα μέσα στο βάζο μου

μαράθηκαν τα κρίνα 

τα άνθη που μαζεύαμε 

το Κερασάρη μήνα 


Χερόβολα απ' ασφόδελους

στου Θεριστή τ' αλώνι 

στη ρεματιά του Πλούτωνα 

σιγεί το χελιδόνι


Ο Χάρος στο βολόσυρο

μου σχίζει το φουστάνι

κι ο Αλωνάρης προσηνής 

φέρει χρυσό δικράνι 


Αγέρας λιχνίζει τη ψυχή

κενό αφήνει σώμα

μαρμάρινο ειν' το νυφικό

που φόρεσε το χώμα


Λευκό μαντήλι απ' τα μαλλιά

απέμεινε στο ποθέρι

τη θύμησή σου καρτερώ 

σαν το βαστάς στο χέρι 

 

Λιτυέρσης:  Νόθος γιός του βασιλιά Μίδα (Ιλιάδα - Όμηρος), βασιλιάς των Κελαινών και εξαιρετικός θεριστής. Υποχρέωνε όσους περνούσαν απ' τη χώρα του να θερίσουν μαζί του και ύστερα τους έκοβε τα κεφάλια και φύλαγε τα σώματα σε δέσμη από στάχυα

Κερασάρης: Ο Μάης και αναφέρεται και ως ο Ιούνιος

Χερόβολο: Μία δέσμη από στάχυα ή άλλο φυτό, όσα δηλαδή μπορούν να κρατηθούν στο ένα χέρι

Θεριστής: Ο Ιούνιος

Αλώνι: Στρογγυλός επίπεδος χώρος που χρησιμοποιείται για το άλεσμα των δημητριακών

Βολόσυρος: Πλατφόρμα ξύλινη που έσερναν ζώα, στο κάτω μέρος φέρει μεταλλικά πριόνια

Αλωνάρης: O Iούλιος 

Προσηνής: Ο ευγενικός, ο πράος 

Δικράνι: Το δίκρανο, διχαλωτό γεωργικό εργαλείο. Το δίκρανο ήταν επίσης το σκήπτρο του θεού Πλούτωνα (Άδης), σύμβολο της θνητότητας του ανθρώπου, οι δύο αιχμές του συμβολίζουν το δίπολο ζωής-θανάτου

Λίχνισμα: Ο αποχωρισμός του σπόρου των δημητριακών από το άχυρο. Γεωργική εργασία μετά το αλώνισμα, πετούν το μείγμα με το δικράνι στον αέρα αντίθετα με τη φορά του ανέμου

Ποθέρι: To τέλος του θερισμού


2020


(Σκέψεις) #22

Η ζωή είναι ένας διαρκής πειραματισμός ως προς το θάνατο...

2020

*

Το "ποτέ" και το "για πάντα" συγκλίνουν!

2020

(Σκέψη) #21


Κάνε θόρυβο (με περιοδικότητα ή χωρίς) η ζωή είναι θόρυβος και συγχώρεσε το θάνατο για τη σιωπή...

2020

(Σκέψη) #20

Εάν οι άνθρωποι αποζητούσαν πραγματικά την αγάπη δεν θα υπήρχαν πεταμένα σκυλιά στους δρόμους...

2020

(Σκέψη) #19

Στις μέρες μας βλέπω να υπάρχει μία ακόρεστη λογοκρισία τόσο στα μέσα μαζικής επικοινωνίας όσο και δικτύωσης, εν έτη 2020 θα έπρεπε να υπάρχει αποδοχή της ελευθερίας του λόγου ακόμη και εάν μιλούσες για την αγάπη σου προς τον Θεό είτε επιθυμούσες να τον ξανασταυρώσεις, είτε αυτό είναι αποδεκτό από τους πολλούς είτε όχι!


2020

Σέλας

Κάθε ξημέρωμα ρωτούσα επίμονα 
να μου πεις για το φεγγάρι 
το πνεύμα της Φύσης της Ελεούσας,
της αρχαιότερης από τους αρχαιότερους Θεούς
την θηλυκή αρχή του Κόσμου 
την σελασφόρο Νύμφη 

Μπορείς να την αντικρίσεις 
γύρω από το πεπερασμένο σου -εγώ-
να χορεύει με φρενίτιδα
στην αιώνια ελλειπτική τροχιά της,
αμυδρά να διακρίνεις στην αλμύρα της θαλάσσης 
την αντανάκλαση του φολιδωτού κορμιού της 

Πορφυρή ήταν η Άβυσσος που την κυοφόρησε
όπως ένα Αυγουστιάτικο δείλι 
καθώς στου χρόνου το ηλιοβασίλεμα όλοι οδηγούμαστε,
ο νεκυαγωγός χρόνος πάντα παλαιός
στην σύγχρονη ροή του 
σιωπηλός χορευτής παραπαίει αυτιστικά
στην ηχητική περιοδικότητα των δίσημων δεικτών

Αποκαλύπτει ο χειμώνας 
τους σχηματισμούς της Φύσης 
στην κοιλάδα των εκλειπόντων λύκων
σεργιανίζοντας επάνω σε λευκά οστά,
μόνο τα σύννεφα δίνουν μορφή στην απεραντοσύνη
αγγίζοντας τον έναστρο φωτισμένο θόλο 
τα ιερά σκηνώματα εναγκαλίστηκαν από την ανίερη φθορά
στα απομεινάρια του Θεού
μόνο ο Ουρανός βασιλεύει 

Γιατί παιδί μου 
στον Παράδεισο δεν μένεις μόνημα 
απλώς ξεφεύγεις από την Κόλασή σου 
και μετέπειτα και αυτός γίνεται 
ένα διατηρητέο απείκασμα 
μιάς νοσταλγίας αλλοτινής
αφήνοντας πίσω του μονάχα 
τους γκρίζους σκύλους 
και τα κοράκια της πόλης 


- σελασφόρος = ακτινοβόλος / φεγγοβόλος
- νεκυαγωγός = αυτός που oδηγεί τις ψυχές στον Άδη
- απείκασμα = ομοίωμα / είδωλο
- αλλοτιονή = χαρακτηριστικό μιάς παλαιότερης εποχής 


2020