Πολύκμητον Ψυχόγραμμα


Τα βήματά μου ανεκλάλητα με προσπερνάνε
και οι μέρες μου στο χθές 
χωλαίνουν και γερνάνε 
καθώς η ψυχή μου ανέστια 
ντυμένη μες 'την λύπη
ποθούσε να κουρνιάσει
σε αυτό το άδειο σπίτι.

Η θέληση γδαρμένη 
εις 'το πάτωμα ουρλιάζει 
τις σκουριασμένες πρόκες του
θωπεύει και θηλάζει
ξεκολλά τα μάτια της
στους τοίχους τα καρφώνει
για να θωρεί έστι διαρκώς
τον χρόνο που θαμπώνει.

Έτσι αλλοιώνομαι 
από τον Νότο στον Βορά 
και άλλοτε ψαχουλεύω για θανάτου προσφορά
ο ανούσιος αγώνας μου 
κερδήθηκε σαφώς
προς μόνη ικανοποίηση του πατρός και της μητρός.

Σαν την βλάσγημη την μύγα
που σου κρώζει το κεφάλι
οι σκέψεις μου αλλόφρονες 
με πλησιάσαν πάλι 
και με 'κάναν να χορεύω
με κουρτίνες αγκαλιά 
μυημένη θεατρίνα 
απ' τον καπνό και τα ποτά.

Στον δρόμο φασαρία
αυτή η πόλη σκούζει 
και την πληγή που μ' άνοιξε 
με οινόπνευμα τη λούζει
το ταβάνι γελάει σάπιο 
απ' τον καιρό ωχρό
και μου λέει πως βαστάει 
στην καμπούρα του ουρανό.

Ίσως να γίνω ξενιστής
νεκρού σαρκός
που γευματίζει λύκος 
δεν είναι δα ανάκτορο 
ή Βαβυλώνας κήπος 
δεν είναι δα αρχοντικό 
ούτε έχει μνεία ιστορίας
διαμέρισμα Κυψέλης 
οδού Τροίας.



2009